ΚΑΜΙΑ ΕΞΟΡΥΞΗ ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ
ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΤΑ ΖΩΑ ΣΕ ΔΑΣΗ ΚΑΙ ΒΟΥΝΑ
Την τελευταία δεκαετία γίνεται συνέχεια λόγος, από κρατικούς φορείς και ΜΜΕ, για τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που εκτιμάται ότι βρίσκονται στο υπέδαφος και υποθαλάσσια του ελλαδικού χώρου. Πατώντας πάνω στην οικονομική δυσμάρεια που βιώνει μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξαιτίας της κρίσης, προτάσσεται ως λύση η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων αυτών από εθνικές και πολυεθνικές εταιρίες. Έτσι, οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών αδειοδοτούν χωρίς ενδοιασμούς τις εκάστοτε εταιρίες για να διεξάγουν αρχικά έρευνα σχετικά με το μέγεθος των κοιτασμάτων και, αν θεωρηθεί προσοδοφόρα, να προχωρήσουν στην εξόρυξη. Συγκεκριμένα σχεδόν το 1/3 της χερσαίας και θαλάσσιας επικράτειας της Δυτικής και Νοτιοδυτικής Ελλάδας έχει μετατραπεί σε πεδίο έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων ενώ δεν αποκλείεται η εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου μέσω fracking, μιας μεθόδου πολύ καταστρεπτικής για τη γύρω περιοχή.
Αυτές οι επενδύσεις παρουσιάζονται σαν μια διπλή σωτηρία, τόσο σε ατομικό όσο και σε “εθνικό” επίπεδο, εξαιτίας της υπόσχεσης για δημιουργία νέων μόνιμων θέσεων εργασίας αλλά και παράλληλα ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και κυρίως του δευτερογενούς τομέα. Πρόκειται για μία λογική που υποθάλπτει την έννοια του ατομικού συμφέροντος ενώ παράλληλα δημιουργεί διακρατικούς ανταγωνισμούς οι οποίοι πολύ συχνά οδηγούν σε πολεμικές συρράξεις μικρού ή μεγάλου βεληνεκούς. Αντίστοιχα αυτή η ατομικιστική και εθνοκεντρική αντίληψη αγνοεί τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των εξορύξεων, τόσο σε μικρο όσο και σε μακρο κλίμακα προς χάριν ενός ιδιοτελούς συμφέροντος.
Αυτά τα προτεινόμενα μοντέλα ανάπτυξης βρίθουν αντιφάσεων καθώς από τη μία παρουσιάζεται μία εξωραϊσμένη εικόνα των επενδύσεων αυτών και ταυτόχρονα παραβλέπονται οι επιπτώσεις οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με άλλες αναπτυξιακές επενδύσεις που προτείνονται ακόμα και από τους ίδιους επιχειρηματικούς ομίλους. Προτείνονται και χρηματοδοτούνται, δηλαδή, στις ίδιες περιοχές εξορυκτικές, βιομηχανικές, τουριστικές και αγροκτηνοτροφικές επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι ασύμβατες. Οι κυβερνήσεις ενδιαφέρονται μόνο για μια βραχυπρόθεσμη οικονομική μεγέθυνση αδιαφορώντας για τις μακροχρόνιες κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Πάγια τακτική των επιχειρήσεων αποτελεί η παρουσίαση περιβαλλοντικών μελετών οι οποίες αποπροσανατολίζουν το ευρύ κοινό από την καταστροφή που οι ίδιες πρόκειται να συντελέσουν, υποσχόμενες ανάπλαση και αποκατάσταση των κατεστραμμένων περιοχών μετά το πέρας των εξορύξεων. Αυτό το οικολογικό προσωπείο δεν θα έπρεπε να πείθει κανέναν, μιας και οι ίδιες, πολλές φορές, εταιρίες έχουν αφήσει “καμένη γη” στο πέρασμά τους, εγκαταλείποντας σε αρκετές περιπτώσεις το έργο πολλά χρόνια πριν την λήξη του συμβολαίου όταν αυτό δεν είναι πια επαρκώς κερδοφόρο. Σε πολλές χώρες, κυρίως της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, ολόκληροι βιότοποι βούλιαξαν στα απόβλητα πετρελαίου και οι γύρω πληθυσμοί λιμοκτονούν αφού η γη τους έχει καταστεί εντελώς άγονη.
Οι επιπτώσεις στην βιόσφαιρα ποικίλουν και είναι τις περισσότερες φορές μη-αναστρέψιμες. Αρχικά, στις περιοχές όπου διεξάγονται έρευνες κοιτασμάτων, είτε στη θάλασσα είτε στην ξηρά, διαρρηγνύονται τα ανώτατα στρώματα του φλοιού της Γης με αποτέλεσμα να εντείνονται οι σεισμικές δονήσεις. Σε περιοχές όπως η δυτική Ελλάδα, τα Επτάνησα και η Κρήτη, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως εν γένει σεισμογενείς, ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος. Επιπλέον, κατά τις ερευνητικές διαδικασίες, είναι εξίσου πιθανό να συμβούν ατυχήματα με αποτέλεσμα τη διαρροή πετρελαίου μολύνοντας είτε τα θαλάσσια, είτε τα υπόγεια και υπέργεια ύδατα στην ξηρά. Κατά την έρευνα, ένα μέρος του υπεδάφους έχει ήδη διαρραγεί και συνεπώς ακόμα κι αν το κοίτασμα δεν αποδειχθεί επαρκές ή κερδοφόρο, η ζημιά έχει γίνει. Το ίδιο ισχύει και όταν τελικά αρχίσουν οι εξορυκτικές διαδικασίες, κατά τις οποίες οι παραπάνω κίνδυνοι αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο λόγω της καθημερινής εξόρυξης και άντλησης. Όμως χρειάζεται να λάβουμε υπ’ όψιν ότι και κατά την «ομαλή» διαδικασία εξόρυξης μικρότερες αλλά μη αμελητέες ποσότητες πετρελαίου διαφεύγουν είτε στη θάλασσα είτε στην ξηρά. Συνεπώς οι εξορύξεις είναι επιβλαβείς ακόμα και χωρίς την περίπτωση «ατυχήματος».
Πέρα από την καθαυτή εξόρυξη, η όλη διαδικασία είναι απαραίτητο να συναπαρτίζεται από μια σειρά υποδομών οι οποίες είναι εξίσου βλαβερές και ρυπογόνες. Δίπλα στις μονάδες εξόρυξης χτίζονται διυλιστήρια και άλλα εργοστάσια επεξεργασίας πετρελαίου και των παραγωγών του. Πιο συγκεκριμένα, ολόκληρες περιοχές στη Δυτική Ελλάδα θα μετατραπούν σε απέραντες βιομηχανικές ζώνες, περιβαλλοντικά υποβαθμισμένες, όπως στην Αττική έχει ήδη συμβεί στη ευρύτερη περιοχή από την Ελευσίνα μέχρι τα Μέγαρα. Παράλληλα, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν προορίζονται για χρήση στις γύρω περιοχές αλλά αποτελούν προϊόντα που πωλούνται στο παγκόσμιο εμπόριο, οπότε και χρειάζεται να μεταφερθούν είτε με πετρελαιαγωγά πλοία, είτε μέσω αγωγών. Και στις δύο περιπτώσεις ο κίνδυνος ατυχήματος και διαρροής είναι υπαρκτός, όπως έχει αποδειχτεί πολλάκις. Τέτοια επιχειρηματικά εγχειρήματα απαιτούν μεγάλα κεφάλαια για την υλοποίησή τους τα οποία κατά κανόνα ενδιαφέρονται να επενδύσουν μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι οι οποίοι ευθύνονται για την σύγχρονη αποικιοκρατία.
Οι επιπτώσεις στον φυσικό κόσμο και τα μη-ανθρώπινα ζώα είναι παραπάνω από εμφανείς. Ολόκληρες περιοχές αποψιλώνονται και αποστραγγίζονται από τα φυσικά τους ύδατα για να καταστήσουν τη γη κατάλληλη για την εξόρυξη. Παράλληλα, η θαλάσσια ζωή διαταράσσεται από την ηχορύπανση που παράγεται από τα μηχανήματα, ενώ στην περίπτωση που υπάρξει επιπλοκή και δημιουργηθεί πετρελαιοκηλίδα, ένας βιότοπος μετατρέπεται σε κρανίου τόπο, μία καταστροφή η οποία έχει χρόνια αποτελέσματα ακόμα κι αν φαινομενικά “καθαριστεί”. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της προσάραξης του τάνκερ Exxon Valdez το 1989 στην Αλάσκα, 10 χρόνια μετά από το ατύχημα μόνο δύο είδη άγριας ζωής είχαν συνέλθει από τις επιπτώσεις της πετρελαιοκηλίδας, ενώ συνολικά υπολογίζεται ότι πέθαναν 300.000 – 675.000 θαλασσοπούλια. Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι το γεγονός ότι τα πλαστικά από πετρέλαιο δεν είναι βιοδιασπώμενα και έτσι προκαλούν μεγάλη ζημιά στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Διασπώνται σε μικρότερα κομμάτια και μετά εισχωρούν στη διατροφική αλυσίδα του θαλάσσιου οικοσυστήματος ή βγαίνουν στις ακτές. Τα μικροσκοπικά πλαστικά κομμάτια μοιάζουν με πλαγκτόν, με αποτέλεσμα να μπερδεύονται τα ψάρια και τα θαλασσοπούλια και να τα τρώνε. Η «τοξική» τροφή δεν λιώνει μέσα στα ψάρια με αποτέλεσμα να τρέφονται συνεχώς. Χιλιάδες θαλασσοπούλια πεθαίνουν κάθε χρόνο, επειδή παγιδεύονται σε πλαστικά απόβλητα ή καταπίνουν διάφορα απόβλητα που βρίσκονται στη θάλασσα. Πολλοί θαλάσσιοι οργανισμοί πέφτουν θύματα των αποβλήτων λόγω κατάποσης ή παγίδευσης, ενώ ταυτόχρονα υφίστανται και τις επιπτώσεις της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος που προκαλούνται από τη δράση της τριβής απορριμμάτων στο βυθό.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα καταστροφής της φύσης από την εξόρυξη πετρελαίου είναι η περιοχή της Αλάσκας στην Αλμπέρτα του βόρειου Καναδά, όπου και το αρκτικό δάσος έχει πληγεί λόγω της αποψίλωσης για ανοικτές εξορύξεις πίσσας, εξαιτίας της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλούν τα διυλιστήρια η οποία έχει σαν αποτέλεσμα οι ρύποι και η όξινη βροχή να πέφτουν πάνω στο δάσος. Ολόκληρες «λίμνες» εναπόθεσης των λυμάτων εξόρυξης έχουν δημιουργηθεί οι οποίες είναι επικίνδυνες για τη ζωή των πουλιών. Οι τοπικοί πληθυσμοί καριμπού έχουν φθάσει στο χείλος της εξαφάνισης, λόγω και του εντατικού κυνηγιού αλλά και της απώλειας των ενδιαιτημάτων. Παράλληλα χιλιάδες φτωχοί άνθρωποι από τις ΗΠΑ μεταναστεύουν στο μακρινό βορρά για να εργαστούν στη βιομηχανία του πετρελαίου που προσφέρει καλύτερους μισθούς με αντάλλαγμα την υγεία και τον κίνδυνο της ζωής τους. Αυτή η μεταφορά πληθυσμού σε μέρη άλλοτε αραιοκατοικημένα οδηγεί σε μια ανταγωνιστική συνθήκη με τα άγρια ζώα της περιοχής, λύκοι αρκούδες, με αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση του κυνηγιού τους, καθώς η ζωή των ζώων νοηματοδοτείται ως κατώτερη εντός του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού.
Η μάχη για την ενεργειακή επάρκεια δεν περιορίζεται μόνο στο πετρέλαιο. Στην προσπάθειά τους για εξασφάλιση των ενεργειακών πηγών τα κράτη και οι εταιρίες εμμένουν ακόμη και στις παλαιότερες μορφές ενέργειας όπως το κάρβουνο, συνεπώς δεν μπορούμε να έχουμε αυταπάτες για υπόσχεση μετάβασης σε λιγότερο ρυπογόνες εναλλακτικές. Στη Ρηνανία της Γερμανίας η εταιρία RWE διαχειρίζεται 3 ορυχεία λιγνίτη και εξορίσει 100 εκατομμύρια τόνους λιγνίτη ετησίως. Επίσης, διαχειρίζονται 5 εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, όπου ο άνθρακας καίγεται για να παραχθεί ενέργεια. Η βιομηχανία παράγει περίπου 100 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως, διοχετεύει σκόνη και βαρέα μέταλλα, ραδιενεργά στοιχεία και άλλες μολυσματικές ουσίες. Για να μην πλημμυρίσουν τα ορυχεία η εταιρεία μειώνει το βάθος του νερού στο υπέδαφος σε 500 μόλις μέτρα, γεγονός που έχει σοβαρές επιπτώσεις για το φυσικό περιβάλλον. Εξαιτίας του μεγαλύτερου ορυχείου στην περιοχή –το ορυχείο Hambach- το δάσος Hambacher πετσοκόβεται από το 1978 γι αυτό και το 90% του δάσους έχει ήδη αποψιλωθεί. Το αρχικό σχέδιο της εταιρίας ήταν να κοπεί τελείως έως το 2018. Οι συνέπειες δεν περιορίζονται πια σε τοπικό επίπεδο. Τα ζώα χάνουν τον φυσικό τους βιότοπο. Το δάσος των 12.000 ετών φιλοξενεί 142 είδη πουλιών και 13 προστατευόμενα είδη που απειλούνται από τις εξορύξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το προστατευόμενο είδος νυχτερίδας Bechstein που οδηγείται στον λοιμό και στον θάνατο καθώς η RWE, εκτός από την βίαιη μετεγκατάσταση των νυχτερίδων, καταστρέφει τις ήδη υπάρχουσες φωλιές τους κλείνοντας τις με πλαστικό. Επιπροσθέτως, εκατομμύρια άνθρωποι εξαναγκάζονται να μεταναστεύσουν λόγω της ερήμωσης ολόκληρων περιοχών, τόσο από την ηχορύπανση που προκαλείται από τους αναγκαίους για τις εξορυκτικές διαδικασίες αυτοκινητόδρομους, όσο και από τα έργα τοποθέτησης σιδηροδρομικών γραμμών για την μεταφορά του λιγνίτη.
Τα πετρελαϊκά ατυχήματα είναι αρκετά συχνά και αφορούν τόσο εκρήξεις σε πλατφόρμες όσο και διαρροή από πετρελαιαγωγά πλοία. Μεγάλες οικολογικές καταστροφές έχουν σημειωθεί σε περιοχές όπως ο Περσικός κόλπος, η Νότιος Αφρική, η Μεσόγειος, η Αλάσκα, ο Καναδάς, η Ισπανία αλλά και η Ελλάδα, όπου το 1980 χύθηκαν στη θάλασσα 730.000 βαρέλια από το ατύχημα που προκάλεσε το τάνκερ Irenes Serenade. Το πιο πρόσφατο μεγάλο ατύχημα, συνέβη τον Απρίλιο του 2010 στην εξέδρα Deepwater Horizon της BP στον Κόλπο του Μεξικού. Η έκρηξη στην εξέδρα Deepwater Horizon προκάλεσε τη βύθισή της, το θάνατο έντεκα ανθρώπων και τη διαρροή σχεδόν 5 εκατ. βαρελιών πετρελαίου. Έχει χαρακτηριστεί ως το χειρότερο ατύχημα θαλάσσιας ρύπανσης από διαρροή πετρελαίου στην παγκόσμια ιστορία. Προκάλεσε την οικολογική καταστροφή 32.000 km2 υγροτόπων της Λουιζιάνα αλλά και την απονέκρωση μιας τεράστιας περιοχής του βυθού και την αύξηση της θνησιμότητας στα δελφίνια και τις θαλάσσιες χελώνες. Στην αττική υπήρξε μια πολύ πρόσφατη μεγάλη καταστροφή η οποία βρίσκεται εκτός συζήτησης σε ό,τι αφορά τις εξορύξεις. Η πετρελαιοκηλίδα στον Σαρωνικό κόλπο που οφείλεται στη βύθιση του δεξαμενόπλοιου Αγία Ζώνη ΙΙ στις 10 Σεπτεμβρίου 2017, το οποίο μετέφερε από τα διυλιστήρια του Ασπρόπυργου 2.200 τόνους καυσίμου και 370 τόνους καυσίμου για ναυτιλιακές χρήσεις. Η πετρελαιοκηλίδα ρύπανε τις ακτές της Αττικής από τη Σαλαμίνα μέχρι τη Γλυφάδα γεμίζοντας τις πίσσα, ενώ εκατοντάδες ζώα έχασαν τη ζωή τους αυτοστιγμεί.
Το πετρέλαιο και ο βιομηχανικός πολιτισμός ευθύνεται για την αποσταθεροποίηση του κλίματος του πλανήτη, τις επιπτώσεις του οποίου βιώνουν οι κάτοικοί του, ανθρώπινοι και μη, ανεξάρτητα από το μέγεθος της ευθύνης που φέρουν. Το πολικό ψύχος στις ΗΠΑ, οι κάθοδος των πολικών αρκούδων νοτιότερα στη Ρωσία προς αναζήτηση τροφής (ή η άνοδος των ανθρώπινων πληθυσμών τις τελευταίες δεκαετίες για εξορύξεις πετρελαίου στο βόρειο πόλο), τα χιόνια στη Χαβάη, αποτελούν ενδείξεις ενός προβλήματος που δεν μπορεί να μείνει αναπάντητο. Μια ακόμη λιγότερο γνωστή επίπτωση είναι η οξίνιση των ωκεανών λόγω της απορρόφησης ολοένα και μεγαλύτερων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα οι οποίες εκλύονται στην ατμόσφαιρα από την καύση των ορυκτών καυσίμων. Η οξίνιση – μείωση του ph προς την κατεύθυνση της οξύτητας – προκαλεί διαταραχές στη θαλάσσια ζωή με πιο γνωστή το θάνατο των κοραλλιών. Οι νεοφιλελεύθεροι υποστηρικτές της χαμηλής διατηρησιμότητας επέμεναν για πολλές δεκαετίες ότι τα οφέλη της οικονομικής και τεχνολογικής προόδου θα μπορέσουν να υποκαταστήσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, σήμερα παρόλο που βλέπουμε πως αυτά ήταν ψέματα, οι πολιτικές των κρατών και των εταιριών παραμένουν οι ίδιες.
Η βιομηχανική δυστοπία στηρίζεται στις εξορύξεις εν γένει για να συντηρήσει τα εργοστάσια και τις μηχανές που αναπαράγουν το σύστημα εξουσίας και διαμορφώνουν την σύγχρονη ζωή. Το ίδιο το πετρέλαιο έπαιξε τεράστιο ρόλο στην ανάπτυξη της βιομηχανίας και του σύγχρονου πολιτισμού, από τα εργοστάσια, τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα, τα πλοία, όλα κινούνται με πετρέλαιο και τα παράγωγά του ενώ η πλειοψηφία των αντικειμένων που χρησιμοποιούμε είναι φτιαγμένα από πλαστικό. Η καύση του πετρελαίου μέσα στις μηχανές παράγει τεράστια μόλυνση και είναι ο πρώτος παράγοντας της κλιματικής αλλαγής ενώ η χρήση των πλαστικών οδηγεί σε μια άνευ προηγουμένου συσσώρευση απορριμμάτων. Το πετρέλαιο δεν είναι όμως ανεξάντλητο, πρόκειται για πεπερασμένα κοιτάσματα εντός της γης που γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να εξαχθούν, ενώ ταυτόχρονα λόγω της ανάγκης του οικονομικού συστήματος για συνεχή οικονομική μεγέθυνση μέσω της αύξησης της παραγωγής και κατανάλωσης προϊόντων κάθε χρόνο αυξάνεται η ζήτηση του. Αυτό οδηγεί σε συνεχείς εντάσεις και γεωπολιτικές στρατηγικές οι οποίες εντείνονται ολοένα και περισσότερο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αυτές τις μέρες η εταιρία ΕxxonMobil ανακοίνωσε ότι βρέθηκε ένα τεράστιο κοίτασμα φυσικού αερίου στη θάλασσα δίπλα από την Κύπρο ενώ ταυτόχρονα η Τουρκία διεξάγει στρατιωτική άσκηση με το όνομα «γαλάζια πατρίδα». Κανείς μας δεν θέλει να φανταστεί τι θα σημαίνει για τη θαλάσσια ζωή να ξεκινήσουν εξορύξεις οι οποίες θα περιβάλλονται από στρατιωτικές επεμβάσεις.
Εμείς απ’ την πλευρά μας είμαστε αντίθετες σε κάθε μορφή εξόρυξης σε όποιο μέρος της γης και αν γίνεται, πέρα από τοπικιστικές λογικές που λένε «ας γίνει όπου να ναι αρκεί να μην έρθει στον τόπο μου» προσπαθώντας ταυτόχρονα να προτάξουμε μια συνολική εναντίωση στον τρόπο ζωής που έχει τις εξορύξεις ως προϋπόθεση. Στεκόμαστε κριτικά απέναντι σε κάθε αναπτυξιακό σχέδιο είτε ενεργειακό, είτε μεταλλευτικό, είτε τουριστικό είτε κτηνοτροφικό που απαιτεί θυσίες, καταστροφή της φύσης, υποταγή των γηγενών πληθυσμών και εγκλεισμό, εκμετάλλευση και σφαγή των ζώων. Προτάσσουμε την ολική απελευθέρωση των ζώων και της γης, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν τα φυσικά ενδιαιτήματα των ζώων ανθρώπινων και μη παραμείνουν αλώβητα από την επέλαση της μεγαμηχανής.
Για την εναγρίωση του φυσικού κόσμου
Για την ολική απελευθέρωση των ζώων και της γης
ΠΟΡΕΙΑ ΠΕΜΠΤΗ 21/2/2019 6μμ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ